Δευτέρα 15 Ιουλίου 2019

Ο ΦΙΛΟΣ του ΠΕΔΡΟ - Κώστας Καλημέρης, εκδόσεις Ενύπνιο, 2019



Αν είναι να γράψεις ένα κείμενο για το κείμενο, θα είναι λάθος. Αν είναι να γράψεις ένα κείμενο για τον συγγραφέα, θα είναι δυο φορές λάθος. Αν είναι να γράψεις για τον ήρωά του, θα είναι σαν λάθος που έχει γίνει πριν ακόμη σχηματοποιηθεί η πιθανή απόφαση. Αν τέλος είναι να γράψεις για το story, φοβάμαι πως γίνεσαι «εξηγητής» και θα το ξεσχίσεις το θέμα με ένα λάθος τεράστιο σαν την ανθρώπινη αυταρέσκεια.

Οπότε;

Οπότε, δεν ξέρω. Και ίσως να μην με νοιάζει τελικά να ξέρω. Μου αρκεί να νοιώσω. Και ένοιωσα.
Επειδή τότε είναι που αρχίζει κανείς να «ξέρει». Κι ας μην «μάθει» τελικά ποτέ το Όλο. Που δεν θα το μάθει. Κι αυτό είναι όμορφο.

Κάποια βιβλία δεν περιγράφονται λοιπόν. Τουλάχιστον, όχι με τον συμβατικό τρόπο. Όχι γιατί είναι απερίγραπτα, αλλά γιατί είναι αίσθηση. Ατόφια, καθάρια αίσθηση.
Που κάθε πρότασή τους είναι ικανή να δημιουργεί φυσαλίδες. 
Εγκεφαλικές και συναισθηματικές. 
Και που είναι επικίνδυνες. Χαρούμενα επικίνδυνες. 
Με υπόσχεση λύτρωσης. 
Επειδή μπορεί και να σπάσουν. Και να δημιουργήσουν αιμορραγίες. 
Και η αιμορραγία σημαίνει πως κάτι ζωντανό αρχίζει να αλλάζει κατάσταση, να διασαλεύεται επικίνδυνα η ηρεμία του, να χάνει αργά την υπόσταση που είχε και πρέπει να προσπαθήσει να ξαναϋπάρξει. 
Να Είναι.
Για να σηκωθεί στα πόδια του ξανά, να χορέψει, να ερωτευθεί, να παίξει, να ταξιδέψει, να κλάψει, να ζήσει.

Θα μπορούσε ίσως να πάει επιτέλους ξανά στην Βαρκελώνη, να καπνίσει ένα τσιγάρο του Θεού πάνω σε μια γέφυρα, να κατέβει είκοσι σκαλιά για να μπει σε κάποιο καφενείο με το όνομα Λάθος, σε καφενείο πούλμαν, να μιλήσει με τα μάτια με αγνώστους που γνωρίζονταν κάποτε από πάντα, να χορέψει μισό ζεϊμπέκικο με ένα από τα Εγώ του και τα υπόλοιπα να τραγουδούν Βαμβακάρη, να κλάψει σαν μικρό παιδί από αίσθηση ζωής, να απελευθερωθεί.

Να σταματήσει να είναι Εξηγητής και να προσπαθήσει να ξαναγίνει Ιχνηλάτης.

Το θέμα, η ουσία λοιπόν είναι πέρα από το story, το πλαίσιο, την πλοκή, τις τεχνικές, τις φόρμες και τις μανιέρες ανάγνωσης. 
Έτσι για την ιστορία, όλα τα έχει, αλλά σε μια κατάσταση "όχι ακόμη".
Ορίστε λοιπόν το "οπότε".
Εδώ μιλάμε για την απογύμνωση όλων αυτών μαζί. 
Μιλάμε για ένα πανηγύρι γύρω από τις σχέσεις του Άλλου με το Εγώ, την εικόνα του, με τον συγγραφέα ως αφηγητή και αφαίρεση, με μια Χριστίνα που δεν μιλάει πολύ λέγοντας τα πάντα, ένα «θα γίνει της πουτάνας», ένα παιχνίδι ρόλων, ένα ανακάτεμα αισθ ήσεων και ψυχών, ένα γδάρσιμο τόσο βαθύ που ξαναγεννάει την λαχτάρα να πέσεις κάτω και να κυλιέσαι σαν πιτσιρίκι στο γκαζόν.
Για να ξαναμάθεις τι είναι ζωή. Τι είναι Λόγος. Τι είναι Γλώσσα, Φίλος, Έρωτας, Παιχνίδι, Είμαι, Υπάρχω, Ζω. 
Να συμφιλιωθείς και να αγαπήσεις ξανά τον εαυτό σου, την εικόνα του, τα λάθη του, τις ήττες και τις ανάγκες του, τόσο, που να τον γράψεις τελικά στα παπάρια σου.
Να ξαναορίσεις το χάος της προσωπικής σου Ύπαρξης. Από την αρχή. Κρατώντας όλα τα προηγούμενα σαν μικρούς θησαυρούς. Την αύρα τους. Τα χνάρια τους.

Η αλήθεια είναι πως δεν νομίζω πως ξέρω πολλά, αλλά να, όταν ΠΡΙΝ πιείς καφέ, ΠΡΙΝ ακόμη στεγνώσει το νερό που έριξες στα μούτρα σου, ΠΡΙΝ βάλεις την πρώτη μουσική για να βγάλεις την μέρα, ΠΡΙΝ ανάψεις το πρώτο τσιγάρο, ΠΡΙΝ πεις την πρώτη καλημέρα στους δικούς σου, αν λοιπόν ΠΡΙΝ κάνεις κάτι από όλα αυτά, έχεις πάρει το βιβλίο και είσαι στο μπαλκόνι διαβάζοντας, ρουφώντας λέξεις τυπωμένες, κενά μεταξύ τους, τους ίσκιους τους, εκείνο που εννοούν, που υπονοούν, εκείνο που δεν λένε, όταν είναι ακόμη πρωι και θες να βάλεις να πιείς, ε τότε, οι πιθανότητες είναι πως μάλλον έχεις πέσει πάνω στην Λογοτεχνία αυτοπροσώπως, που σε έχει αρπάξει από τα αχαμνά και σε κοπανάει κάτω, μέσα-έξω, σε στριφογυρίζει με αεροπλανικά κόλπα πάνω από το κεφάλι, σου ταρακουνάει τα σπλάχνα, σου κάνει τα μάτια να εστιάζουν ανεξάρτητα και ταυτόχρονα αλλού, εδώ, εκεί, μπρος, πίσω, σου πυροδοτεί το μυαλό, σε κάνει να θέλεις να γελάσεις κλαίγοντας από ευχαρίστηση και λύσσα, απορία, δέος, σε κάνει ζηλιάρη, ταπεινό, σου κολλάει στα δόντια την φράση "ωνασουγαμήσωρεκερατά..."

Αν μάλιστα έχεις και θράσος, στέλνεις και ένα μήνυμα τύπου «….Να ξέρεις, θα σε μισήσουν πολλοί γι΄ αυτό! Τυχεράκια!» μαζί με αγαπησιάρικα μπινελίκια. Και από θράσος, π’ανάθεμά με, μερικές φορές υπάρχει περίσσευμα.

Απόψε λοιπόν, αισθάνομαι ευλογημένος.
Και δεν υπερβάλλω καθόλου.