Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018

Διαρκώς...



Τα πρόχειρα σάντουιτς και οι πλαστικές σακούλες με τρόφιμα που περνάγανε μέσα χέρι με χέρι.

Τα τσιγάρα που πήγαιναν οι οικοδόμοι στην πύλη

Τα δάκρυα και η γραπατσαλωμένη αγωνία σε ροζιασμένα βλέμματα και χέρια που συνόδευαν τα «Να προσέχετε παιδιά μου, να προσέχετε!...»

Τα φάρμακα μέσα σε τσάντες κουστουμαρισμένων γιατρών και τσέπες σακακιών υπεράνω υποψίας.
Τα χειροκροτήματα των επιβατών των τρόλλεϋ στην Πατησίων.

Τα ανήσυχα βλέμματα των χαφιέδων στην γωνία της Στουρνάρη.

Η αρρωστημένη λύσσα των ακροβολισμένων σκοπευτών στο κτήριο του ΟΤΕ και στις ταράτσες γύρω πολυκατοικιών.

Τα ερωτευμένα αγκαλιάσματα κάτω από τις νεραντζιές στο προαύλιο, με τις προκηρύξεις στα χέρια.

Το μελάνι πολυγράφου στα δάχτυλα που πάσχιζαν να μην λερώσουν το ψωμί που συνωμοτικά έφερνε από την πλαϊνή πύλη το ζευγάρι των υπερήλικων ταβερνιάρηδων.

Οι πόρτες των πολυκατοικιών που άνοιγαν στα κυνηγητά.

Οι ανώνυμες προσωπικές συνειδησιακές μάχες «να μπω ή όχι», ανεξαρτήτως τελικής επιλογής.

Τα αυτιά που ήταν αγκιστρωμένα στο ραδιάκι, προσπαθώντας μέσα από παρεμβολές να μάθουν.

Τα «έχεις παιδί! Που πας;;;» που κοπάναγαν με κλάματα εγκλωβισμένης μανίας φτωχικές εξώπορτες στις Δυτικές Συνοικίες.

Εκείνα που ελάχιστοι γνωρίζουν, έξω από την κλειστή πόρτα του ραδιοφωνικού σταθμού και η για ιστορικούς λόγους αποσιώπησή τους.

Το «8» που δεν υπήρξε, που ήταν «κατασκευασμένο», που ακόμη ενοχλεί.

Η μυθοποίηση, η απαξίωση, η ενσωμάτωση, η ιδιωτική και πολιτική χρήση, η ανοχή, η σιχασιά για πρόσωπα.

Ο κόμπος στον λαιμό όσων ήταν εκεί και ακόμη θυμούνται, το βλέμμα πέρα όσων ήξεραν ή έμαθαν.
Οι λίγοι, οι ελάχιστοι που ακόμα.

Κάποιες μοναχικές φιγούρες, που στηρίζονταν σε στύλους και έκλαιγαν βουβά τα επόμενα χρόνια. Μέχρι που δεν ξαναφάνηκαν ποτέ.

Η φωτογραφία της κυρίας Σοφίας στο μπαλκόνι απέναντι, με την Ιστορία στην φωνή και την ροή του χρόνου στα πόδια της.

Οι ζωές που γιγαντώθηκαν ή εκμηδενίστηκαν μέσα σε ένα τριήμερο στην Πατησίων. Κι εκείνες που αναρωτιούνται ακόμη για όλα, πολλά χρόνια έπειτα.

Οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες.

Οι μαυροφορεμένες μάνες. Που ό΄τι έμαθαν και όσες έμαθαν, το κράτησαν μαζί τους.

Τα πορίσματα, οι φήμες, οι συγκαλύψεις, η σπέκουλα, η λάσπη, τα ψέματα, η προπαγάνδα.

Όλα εκείνα που ακολούθησαν. Οι νέοι νεκροί. Μετά.

Οι πεθαμένοι μέσα τους. Από τότε.

Η ανατριχίλα των λίγων, κάθε φορά που περνούν από μπροστά.

Το μοναχικό κεφάλι δίπλα στην πύλη και όσα θα ήθελε να πει.

Το σιωπηλό και μοναχικό επετειακό τσιγάρο στο απέναντι πεζοδρόμιο, όλο και πιο αραιά πια. Συνήθως δυό ημέρες πριν το επίσημα καθιερωμένο λειτουργικό.

Ο ήλιος που εξακολουθεί και ανατέλλει από το ίδιο σημείο. Και δύει όποτε γουστάρει αυτός.

Η προσπάθεια να μην διαγράψω ετούτο το κείμενο.

Η ζωή που τραβάει την ανηφόρα.

Διαρκώς…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου